Εκτός από τις γνωστικές, η ψυχή έχει και τις ζωτικές δυνάμεις, που είναι η προαίρεση και η βούληση (επιθυμία). Προαίρεση είναι εκείνη η κινητήρια δύναμη της ψυχής, η οποία οδηγεί τον άνθρωπο στο καλό η στο κακό. Η κίνηση αυτή φανερώνεται στην επιθυμία (βούληση), που είναι το πρακτικό μέρος της προαιρέσεως, η πρώτη κίνησή της, και μορφοποιεί το ποιον της προαιρέσεως, το καλό η το κακό. Η βούληση, δηλαδή, είναι κάποια φυσική και λογική επιθυμία και ο πόθος κάποιου πράγματος. Όπως παρατηρεί ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, «η βούληση είναι ο αγωγός, μεσ’ από τον οποίο το κακό διοχετεύεται στον άνθρωπο. Η βούληση είναι υπεύθυνη για κάθε αμαρτία. Έτσι κάθε αμαρτία επισύρει τιμωρία, διότι προϋποθέτει την ελεύθερη ενέργεια της βουλήσεως»[29].
Στην προαίρεση του ίδιου του ανθρώπου, όμως, έγκειται να χρησιμοποιήσει την δύναμη αυτή της ψυχής του προς το καλό και όχι το κακό. Έλεγε ο μακαριστός Γέροντας Πορφύριος, αναφερόμενος στο βιβλικό χωρίο : «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός (γαλ. 2, 20). Μπορούμε πολύ εύκολα να φθάσομε σ’ αυτό το σημείο. Αγαθή προαίρεση χρειάζεται κι ο Θεός είναι έτοιμος να έλθει μέσα μας». [30]
Ενώ όμως αυτή ήταν η φυσική κίνηση του ανθρώπου, καθώς ήταν πλασμένος για να στρέφεται συνεχώς προς τον Θεό, με την πτώση των Πρωτοπλάστων διαταράχτηκε αυτή η φυσική κίνηση και η πορεία των ψυχικών του δυνάμεων. Σύμφωνα με τον μακαριστό π. Ιωάννη Ρωμανίδη, οι βασικές συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος είναι: ότι έπαυσε ο νους να λειτουργεί φυσιολογικά, ότι υποδουλώθηκε στα πάθη και στις συνθήκες του περιβάλλοντος, ότι ταυτίστηκε ο νους με την λογική. Αυτός είναι και ο λόγος που ο πεπτωκώς άνθρωπος δεν ξέρει τι είναι ο νους, αλλά ξέρει μόνο τι είναι η λογική.
Ο Χριστός μας, εν τη απείρω ευσπλαγχνία του, με το μυστήριο του αγίου Βαπτίσματος, εξαλείφει το προπατορικό αμάρτημα και εγκεντρίζει τη Ζωή, που είναι ο Ίδιος, στον νεοβαπτισθέντα. με το Βάπτισμα εξέρχεται ο διάβολος από την καρδιά του ανθρώπου και ενοικίζεται σ’ αυτήν η χάρις του Θεού, δηλ. η Βασιλεία του. Και τότε ο νους του ανθρώπου, «ο βασιλιάς αυτός, που πριν από το άγιο Βάπτισμα, επειδή καλυπτόταν από τον ζόφο του προπατορικού αμαρτήματος, ήταν αδρανής, γίνεται πάλι απλός, καθαρός και ακέραιος, όλος φωτεινός, αστράφτοντας από το υπερφυσικό φως της θείας χάριτος και λάμπει περισσότερο και από τις ακτίνες του ηλίου».
Ωστόσο, λόγω του αυτεξουσίου του ανθρώπου, η προαίρεση έχει την δυνατότητα να κινηθεί και προς το κακό. Την στιγμή που θα επιθυμήσει ο άνθρωπος πονηρά πράγματα απενεργοποιείται η εντός της καρδιάς του Χάρη του Θεού, χωρίς όμως να χάνεται. Γι αυτό απαιτείται συνεχής αγώνας και διαρκής εγρήγορση, με την αγαπητική τήρηση των εντολών του Θεού και τη μετοχή μας στα θεουργά Μυστήρια της Εκκλησίας μας, προκειμένου να τηρήσουμε τον νου μας καθαρό και «ανώτερο από το σκοτάδι της προαιρετικής αμαρτίας»[33].