Είναι πρότυπο μακροθυμίας και υπομονής, είναι αυτή που, όσο κι αν την πληγώσουν, ξέρει να συγχωρεί και να θυσιάζεται, αν χρειαστεί.
Η παρουσία της εκπέμπει άρωμα καλοσύνης και προβάλλει, ανά τους αιώνες, δυναμική, αισθαντική, τρυφερή, θυσιαστική. Φέρνει στον κόσμο μια νέα ζωή, ως τεκνεύουσα, την οποία χρωματίζει με τα χρώματα της αγάπης και την ομορφαίνει, με τις ποικίλες αρετές που τη στολίζουν. Είναι το πρόσωπο που εκπέμπει εμπιστοσύνη και στοργή, που εξασφαλίζει το αίσθημα της ασφάλειας.
Οι ρόλοι στους οποίους πρέπει να ανταποκριθεί ουκ ολίγοι. Είναι νοικοκυρά, σύζυγος, τροφός και παιδαγωγός των παιδιών της. ως εργαζόμενη εκτός σπιτιού, είναι επιστήμων η υπάλληλος η απασχολημένη σε αγροτοκτηνοτροφικές ασχολίες η εργάτρια σε κάποιο εργοστάσιο.
Τα ψυχικά της αποθέματα απεριόριστα. η ζεστή της αγκαλιά, πάντα, ανοιχτή για το πονεμένο, το άσωτο, η το αναγκεμένο της παιδί. Στέκεται ακλόνητη μπρος στο κατώφλι των ποικίλων δυσκολιών, με την πίστη και την ελπίδα, πάντα, να φωλιάζουν στην καρδιά της, έχοντας αξιοθαύμαστη αντοχή και καρτερία στις απρόσμενες ανατροπές της ζωής.
Τα πρέπει που της επιβάλλουν οι οικογενειακές της υποχρεώσεις και οι ποικίλες κοινωνικές συνθήκες η εθιμοτυπικά στερεότυπα, έρχονται, συχνά, σε αντίθεση η ακόμα και σε σύγκρουση με τα προσωπικά της θέλω. Εκεί διαπιστώνεται και το μέγεθος του υψηλού και θυσιαστικού της φρονήματος, αφού προσπερνά το Εγώ και ανταποκρίνεται, με υπευθυνότητα, στο χρέος της, χωρίς υστεροβουλία, χωρίς μεμψιμοιρία, χωρίς παράπονο. Έτσι, αποδεικνύεται και ολοκληρώνεται το μεγαλείο της ανιδιοτελούς προσφοράς της.
Λένε πως η μάνα είναι το πιο ευπροσάρμοστο πλάσμα πάνω στη γη. το καταδεικνύουν απειράριθμα παραδείγματα, στην, ανά τους αιώνες, πορεία της. Απαράμιλλο το θάρρος της, μοναδική η τόλμη της, ξεχωριστό το αγωνιστικό της φρόνημα.
Μ αυτά τα χαρίσματα και μ αυτές τις αρετές την πλούτισε ο Πανάγαθος Θεός, ώστε να είναι αντάξια των ποικίλων υποχρεώσεών της. Άλλωστε, οι ωδίνες του τοκετού την προετοιμάζουν και την ατσαλώνουν για τη μετέπειτα πορεία της, που, ίσως, να είναι δύσβατη, δυσβάστακτη, με πολλές δοκιμασίες, με πολύ πόνο.
Θα χρειαστεί, να παλέψει με τα φουρτουνιασμένα κύματα της ζωής, σε διάφορα επίπεδα, όμως, θα τα καταφέρει, επειδή διαθέτει αγωνιστικό και ένα μεγαλειώδες θυσιαστικό φρόνημα. η ψυχική της ευγένεια, η ευαισθησία, η προνοητικότητα, η πονόψυχη ματιά της, και η απέραντη καλοσύνη της προκαλούν συγκίνηση και σεβασμό. η μάνα δεν δικάζει αλλά συγχωρεί, δεν αντιμάχεται αλλά παιδαγωγεί, δεν απαρνιέται αλλά περιμένει μερόνυχτα στο κατώφλι της ελπίδας, με την αγκάλη της ανοιχτή.
Γι αυτό και τραγουδήθηκε, όσο κανένα άλλο πρόσωπο, κάλυψε τη θεματογραφία Ελλήνων και ξένων λογοτεχνών, σε πεζά και ποιητικά έργα και γενικότερα στον χώρο της Τέχνης.
Σκύβουμε, με άκρα κατάνυξη και σεβασμό, μπρος στο σιωπηλό και πονεμένο βλέμμα της, στο αφανέρωτο παράπονό της, στο κρυστάλλινο δάκρυ της και στο μεγαλείο της συγχωρητικότητάς της.
Ζούμε σ έναν κόσμο που η μορφή και τα δεδομένα του μεταλλάσσονται ραγδαία, και, ίσως, με βίαιους, ρυθμούς. Σ έναν κόσμο που η ανάπτυξη της τεχνολογίας έχει επιφέρει προκλητικές αλλαγές, σκηνοθετώντας πλασματικές εικόνες ψευδεπίγραφης ευτυχίας και ευημερίας, την οποία χαρακτηρίζει μια αμφιλεγόμενη πρόοδος. γι αυτό η παρουσία και ο ρόλος της μητέρας, προπάντων, στη δική μας, ελληνική κοινωνία, έχει πολύ μεγάλη σημασία. Χωρίς να υποτιμάται ο, επίσης, σημαντικός ρόλος του πατέρα, λέγεται πως η μητέρα είναι ο κατ εξοχήν στύλος της οικογένειας, όσον αφορά τη φροντίδα του νοικοκυριού, το μεγάλωμα και τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών. η μορφή της αποτυπώνεται βαθειά μες στην ψυχή των παιδιών, η συμπεριφορά της επηρεάζει τη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους, η αγωνιστικότητα και η ακατάβλητη ψυχική της δύναμη καθορίζουν και τη δική τους αυτόνομη, από μια ηλικία και μετά, πορεία της ζωής τους. Έτσι, η εικόνα της, που θα αποτυπωθεί στην ψυχή των παιδιών της, θα τα ακολουθεί σε όλη τους τη ζωή και εάν έχει στοιχεία, απόλυτα, θετικά, τότε θα είναι θωρακισμένα για κάθε δύσκολη περίσταση.
«Ου το τεκείν ποιει μητέρα αλλά το θρέψαι» αναφωνεί ο ένας από τους τρεις Μεγάλους Ιεράρχες και Πατέρες της Εκκλησίας μας, ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Και ο Ελβετός φιλόσοφος και συγγραφέας του 18ου αι. ζαν ζακ Ρουσώ αναφέρει χαρακτηριστικά : «αν θέλετε να έχετε μεγάλους και ενάρετους άνδρες, τότε να διδάξετε στις γυναίκες τι είναι μεγαλείο και τι είναι αρετή».
Σε είδα να κρεμάς την πρώτη μου ζωγραφιά και θέλησα να ζωγραφίσω κι άλλη.
Σε είδα να φροντίζεις το παιδάκι της γειτόνισσας που έτρεχε για το μεροκάματο και έμαθά να νοιάζομαι για τους άλλους.
Σε είδα να ανάβεις το καντήλι στο εικονοστάσι, να γονατίζεις, ψιθυρίζοντας λόγια προσευχής κι έμαθα πως υπάρχει ένας Θεός.
Σε είδα να δακρύζεις κι έμαθα πως υπάρχουν πράγματα στη ζωή που πονάνε.
Σε είδα να εργάζεσαι σκληρά για να μας μεγαλώσεις κι έμαθα την αξία της εργασίας και της προσφοράς.
Σε είδα να με κοιτάς βαθειά μέσα στα μάτια και φώναξα με χαρά : της ψυχής μου τα βάθη μόνο εσύ τα χεις μάθει!».
Σ όλη τη διάρκεια της ζωής του ο άνθρωπος αναζητά τη γλυκιά μορφή της, τον παρήγορο κι ενθάρρυντικό λόγο της, τη ζεστή αγκαλιά της.
Από την αρχαιότητα μέχρι και τις μέρες μας αμέτρητα είναι τα παραδείγματα που την καταξιώνουν ως μοναδικό πρόσωπο, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, όπως αυτά της αυτοθυσίας, της ανιδιοτελούς προσφοράς, της απαξίωσης της ίδιας της ζωής της, μπρος στο ιερό χρέος για τη σωτηρία των παιδιών της, ακόμη και στο χρέος απέναντι στην ίδια την Πατρίδα.
Ξεχωριστό παράδειγμα αποτελεί η Σπαρτιάτισσα βασίλισσα Κρατησίκλεια. Ξεφυλλίζοντας σελίδες της ιστορίας για την Σπάρτη του 3ου π. Χ. αι., παρακολουθούμε μια Σπάρτη που έχει χάσει το παλιό μεγαλείο της.
Η διαφθορά, η φιλοχρηματία, οι ανάξιοι ηγέτες, η αθέτηση των παλαιών αρχών, που χαρακτήριζαν τη Σπαρτιατική κοινωνία, οδήγησαν σε μια, άνευ προηγουμένου, κοινωνικοπολιτική κρίση. Ο γιος της Κλεομένης πονά για το κατάντημα της Πατρίδας του, επιθυμεί διακαώς να την επαναφέρει στα παλιά της μεγαλεία, αναλαμβάνοντας την εξουσία. Φιλοδοξεί να επαναφέρει τη Νομοθεσία του πρώτου βασιλιά της Σπάρτης Λυκούργου. Προετοιμάζει, κρυφά, κίνημα, ζητώντας τη βοήθεια του βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίου, ο οποίος με τη σειρά του απαιτεί να σταλεί η μητέρα του Κρατησίκλεια και τα παιδιά του, ως εχέγγυο. Κι ενώ ο Κλεομένης, την ώρα του αποχωρισμού, συγκλονισμένος, ξεσπούσε σε δάκρυα η μητέρα του, τον επέπληττε, θυμίζοντάς του τις αρχές της Σπαρτιατικής αγωγής. Κατόπιν, με υπερήφανο βλέμμα, αδάκρυτη, κατευθύνθηκε προς το πλοίο για τον άγνωστο για το μέλλον τους προορισμό στην μακρινή Αίγυπτο.
Και περνάμε στην μετά Χριστόν εποχή, στον 4ο μ. Χ., αι., για να γνωρίσουμε τρεις ξεχωριστές, άγιες μητέρες, αυτές των τριων Μεγάλων Ιεραρχών την Εμμέλεια, μητέρα του Μ. Βασιλείου, τη Νόνα, μητέρα του Γρηγορίου του Θεολόγου, και την Ανθούσα, μητέρα του Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Και οι τρεις υπήρξαν και θα είναι πρότυπα, ως μεγάλες παιδαγωγοί, στην εν Χριστώ ζωή των παιδιών τους, στη σμίλευση του χαρακτήρα και της προσωπικότητάς τους.
Αυτές τους κυοφόρησαν, τους γέννησαν, τους ανέθρεψαν, τους στήριξαν με τις προσευχές και τις ενάρετες συμβουλές τους αλλά, προπάντων, με το παράδειγμά τους. Κατέδειξαν πως η ιερότητα της μητέρας φανερώνεται με τη μητρότητα και τη σωστή αγωγή των παιδιών της.
Ο Μ. Βασίλειος είχε πει χαρακτηριστικά : στη μητέρα οφείλουμε το ζην, το ευ ζην και το αιωνίως, κατά Θεόν, ζην. και ο ιερός Χρυσόστομος είχε πει για τη μητέρα του Ανθούσα : για μένα η μητέρα μου γινόταν η προστατευτική φτερούγα για την προστασία και τη σωτηρία μου. ο δε φιλόσοφος Λιβάνιος, κοντά στον οποίο μαθήτευσε ο Χρυσόστομος, αφού δεν κατάφερε να τον προσελκύσει στα δικά του ειδωλολατρικά πιστεύω, αν και του πρότεινε την έδρα του αναφώνησε έκπληκτος : «Βαβαί, οίαι γυναίκες παρά χριστιανοίς εισι!» (πω, πω!, τι γυναίκες υπάρχουν μεταξύ των χριστιανών!), υπονοώντας την Ανθούσα, η οποία χήρεψε σε ηλικία 20 ετών και δεν ξαναπαντρεύτηκε, για ν αφοσιωθεί στο μεγάλωμα και την ανατροφή του υιού της.
«Μονάχα απ τη μητέρα του αγαπιέται κανείς, με μιαν αγάπη δυνατή, μοναδική, απέραντη, αξεπέραστη», είχε πει η μητέρα του Ναπολέοντα, όταν αυτός ήταν στην εξορία.
Ξεχωριστό παράδειγμα μιας τέτοιας μοναδικής μητρικής αγάπης είναι αυτό της κρητικιάς Αργυρώς της επονομαζόμενης ασκήτριας, η οποία δραπέτευσε από τη Σπιναλόγκα, όπου ήταν τρόφιμη, επειδή είχε προσβληθεί από τη νόσο του Χάνσεν, πέφτοντας νύχτα στη θάλασσα. με πολύ κόπο βγήκε στη στεριά και επί επτά μερόνυχτα περπατούσε άσιτη, άποτη, για να δει το παιδί της, έστω από μακριά.
Το ίδιο μεγαλείο αυτής της μητρικής αγάπης, που προκαλεί θαυμασμό και συγκίνηση καταδεικνύει και το εξής συμβάν : 1988 γίνεται ο καταστροφικός σεισμός στην Αρμενία. Κάτω από τα ερείπια η Έμα Αγκοπιάν προσπαθεί να κρατήσει το 4μηνο παιδί της στη ζωή. Αφού στέρεψε το γάλα της, έκοβε ένα ένα τα δάχτυλά της και τάιζε με το αίμα της το παιδί της, για να το κρατήσει στη ζωή. τους βρήκαν τα συνεργεία διάσωσης, μετά από πέντε μέρες, με το παιδί να ζει. Κάτι παρόμοιο συνέβη και στο μεγάλο, καταστροφικό σεισμό της Ιαπωνίας, το 2011. Κάτω από τα ερείπια του σπιτιού της βρέθηκε μια μάνα σε στάση τέτοια σαν να θελε να προστατέψει κάτι. οι διασώστες βρήκαν κάτω από το καμπουριασμένο της σώμα το τρίμηνο αγοράκι της, τυλιγμένο σε κουβέρτα, να κοιμάται ήσυχα.
Άπειρα τα παραδείγματα που καταδεικνύουν την αξιοθαύμαστη και αγωνιστική μορφή της μητέρας, με την υπερφυσική δύναμη και θέληση, με κείνο το αξεπέραστο, θυσιαστικό φρόνημα, γνωρίσματα που την καταξιώνουν στην παγκόσμια παλαίστρα της καθημερινότητας αλλά και της ιστορικής αναγκαιότητας. με χρυσά γράμματα γράφτηκαν τα ηρωικά κατορθώματα των Ελληνίδων μητέρων, που προτίμησαν το θάνατο προκειμένου να σώσουν τα παιδιά τους και τον εαυτό τους από την ταπείνωση και τον εξευτελισμό, στα δίσεχτα χρόνια της σκλαβιάς, με τον χορό του Ζαλόγγου και τον παρόμοιο, στην Αράπιτσα της Νάουσας. Αλλά στο πάνελ της Ιστορίας προβάλλουν και κείνες οι Ηπειρώτισσες μάνες, που αψηφώντας τον κίνδυνο ανέβαιναν τα χιονισμένα βουνά της Πίνδου, φορτωμένες με τρόφιμα και πυρομαχικά, να βοηθήσουν τους Έλληνες φαντάρους, που τους αισθάνονταν δικά τους παιδιά, στον αγώνα τους για την Ελευθερία, στη θυσία τους υπέρ βωμών και εστιών.
Στην ψυχή του Ελληνικού λαού, είναι έντονα συνυφασμένη η μορφή της μάνας με το πρόσωπο της Παναγίας μας, την οποία αισθάνεται ως Μάνα του και Μάνα όλου του κόσμου. Σ αυτήν καταφεύγει σε κάθε δύσκολη στιγμή της ζωής, σ αυτήν λέει τα παράπονα και τους καημούς της, από αυτήν ζητά τη γιατρειά για το άρρωστο παιδί της. κι ο πόνος της μάνας μετριάζεται, η καρδιά της γαληνεύει, καθώς, γονατιστή μπρος στο εικονοστάσι, ψιθυρίζει λόγια καρδιακής προσευχής, γιατί πιστεύει ακράδαντα στη βοήθεια και την παρηγοριά της. Γιατί η Παναγία μας, ως μάνα του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, πέρασε ο, τι περνά μια συνηθισμένη μάνα, μα δοκιμάστηκε και από εκείνον τον βαθύτατο πόνο, που έσκισε τα σπλάχνα της, σαν δίστομη ρομφαία και μάτωσε τα στήθη της, όταν, κάτω από τον Σταυρό του παιδιού της, ζούσε τον άδικο Σταυρικό θάνατό του.
Μέσα στις τρικυμίες της ζωής, με τις ποικίλες ανατροπές και δοκιμασίες, τις χαρές και τις λύπες, η μορφή της μάνας θα προβάλλει ως φάρος άσβηστος, στο διηνεκές. θα φωτίζει, αενάως, τις καρδιές, όχι μόνον των παιδιών αλλά και όλων των ανθρώπων, κρατώντας σταθερά το πηδάλιο για το όμορφο ταξίδι της οικογενειακής συμπόρευσης, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση υπεύθυνων, συνετών και ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων.
Αν, εκτός από το γάλα που βυζαίνουν τα παιδιά, μες στην τρυφερή της αγκαλιά, νουθετούνται, με το νάμα της αγάπης, για μιαν ενάρετη ζωή, με αρχές και ήθος, με σεβασμό, εργατικότητα, εγκράτεια, δημιουργική πορεία και φιλαλήθεια, τότε η αγκαλιά της θα φαντάζει σαν έναστρος ουρανός, το χαμόγελό της θα είναι ολάνθιστος κήπος και η καρδιά της βράχος ακλόνητος απέναντι στα φουρτουνιασμένα κύματα της ζωής.