««Εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας· εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε. Μετέστης προς την ζωήν, μήτηρ υπάρχουσα της ζωής και ταις πρεσβείαις ταις σαίς λειτρουμένη εκ θανάτου τας ψυχάς ημών».
Σε μετάφραση: Στη Γέννηση (του Χριστού) φύλαξες την παρθενία, στην Κοίμησή (Σου) δεν εγκατέλειψες, Θεοτόκε. Μεταφέρθηκες προς τη ζωή, εσύ που είσαι μητέρα της ζωής και με τις πρεσβείες μας λυτρώνεις τις ψυχές μας από τον θάνατο.
Η Υπεραγία Θεοτόκος ποτέ δεν μας εγκατέλειψε «Ουδείς προστρέχων επί σοι, κατησχυμένος από σου εκπορεύεται, αγνή Παρθένε Θεοτόκε• αλλ’ αιτείται την χάριν, και λαμβάνει το δώρημα, προς το συμφέρον της αιτήσεως».
Όπως αναφέρει ο Δαμασκηνός ο Στουδίτης σε λόγο του για την Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου, όταν οι θείοι Απόστολοι επληροφορήθησαν την κοίμηση της Θεοτόκου έκλαυσαν και της ζήτησαν ποιά παρηγοριά θα είχαν, όταν ανέβη στους ουρανούς.
Τότε η Παναγιά μας τους απάντησε: «Μη λυπείσθε, τέκνα μου, διότι κάμνετε και εμέ να λυπούμαι, επειδή σας βλέπω όπου κλαίετε• μη έχετε λύπην δια τον θάνατόν μου• εάν και από την γην μετατίθεμαι, ω φίλοι του Υιού μου, αλλά δεν θα χωρισθώ από σας, μηδέ από όλους όσοι με επικαλούνται, αλλ’ εγώ θα είμαι πρέσβυς και μεσίτρια εις τον ηγαπημένον μου Υιόν δι’ όλον το Χριστιανικόν γένος• μόνον σεις μη κλαίετε, αλλά ενταφιάσατέ με καθώς με ευρίσκετε και με βλέπετε».
«Ομοίως είσθε και σεις όλοι οι Απόστολοι του Υιού μου. Σας έστειλεν ο Υιός μου ο ηγαπημένος να υπάγετε εις τον κόσμον ως έμποροι, να κερδήσετε τας ψυχάς των πεπλανημένων ανθρώπων, όσοι ήκουσαν το όνομά Του.
Όστις από σας, φίλοι μου και τέκνα μου, φανή φίλος του διδασκάλου του και Υιού μου, θα τον τιμήση και εκείνος εις την Βασιλείαν Του• όστις δε δεν εκτελέση τας εντολάς του διδασκάλου του, ο ίδιος γινώσκει τι θα πάθη.
Δια τούτο, τέκνα μου ηγαπημένα, υπάγετε να κηρύξετε, να φωτίσετε, να καθοδηγήσετε τον πεπλανημένον κόσμον, δια να τον κερδήσετε και να τον οδηγήσετε εις την Βασιλείαν του Υιού μου.
Μη φοβείσθε από τους βασιλείς, οι οποίοι δύνανται μόνον το σώμά σας να βλάψουν, όχι όμως και την ψυχήν σας• αλλά φοβείσθε από τον Θεόν, όστις δύναται και το σώμά σας και την ψυχήν σας να βλάψη, όπως σας το έλεγεν ο Υιός μου.
Έχετε αγάπην και ειρήνην μετ’ αλλήλων, και χαίρετε και ευφραίνεσθε ότι πολύς ο μισθός σας εις την Βασιλείαν των ουρανών.
Αν και εγώ, φίλοι μου, υπάγω εις την Βασιλείαν του Υιού και Θεού μου, αλλά πάντοτε θα είμαι μαζί σας, θα σας ενισχύω και θα σας παρηγορώ εις τας θλίψεις σας».