Ποιός εἶναι ὁ κοπιῶν καί πεφορτισμένος; Ποιόν ἀναπαύει ὁ Κύριος;

Ὁ Κύριος εἶπε: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς». Ἐλᾶτε ὅλοι οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κι ἐγώ θά σᾶς ἀναπαύσω. Εἶναι δυνατόν ὁ Κύριος νά ψεύδεται; Εἶναι δυνατόν ὁ Κύριος νά τό λέει αὐτό καί νά μήν τό κάνει; Εἶναι δυνατόν, ἐνῶ τό λέει κατηγορηματικά, νά μήν μπορεῖ νά τό κάνει; Εἶναι δυνατό νά μᾶς ἐξαιρεῖ ἐμᾶς; Ὄχι. Μπορεῖ καί θέλει ὁ Κύριος νά τό κάνει, καί δέν μᾶς ἐξαιρεῖ, ἀλλά ἐμεῖς μέ τήν ὅλη στάση μας, μέ τήν ὅλη τακτική μας εἴμαστε ἔξω ἀπό αὐτή τήν πραγματικότητα. Μπορεῖ βέβαια, ἐπειδή εἶναι γραμμένη στά ἑλληνικά ἡ Καινή Διαθήκη, νά καταλαβαίνουμε τή φράση: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς», ἀλλά βαθύτερα δέν ἔχουμε ἰδέα, δέν καταλαβαίνουμε τίποτε, καί γι᾿αὐτό δέν ὑπάρχει ἀνάπαυση μέσα μας.

Καί ἄν καμιά φορά ἔχει κανείς ἀνάπαυση, εἶναι κάπως ἐξωτερική: βόλεψε τίς δουλειές του, τακτοποίησε τά προβλήματά του, ἤ πιθανόν νά ἔχει μιά ψυχοσύνθεση τέτοια πού τά βολεύει ἔτσι τά πράγματα, ὥστε νά αἰσθάνεται ἤρεμα, γαλήνια κτλ. Ὄχι ὅμως ὅτι αὐτό εἶναι ἡ ἀνάπαυση πού φέρνει ὁ Χριστός στήν κουρασμένη, στή φορτωμένη ψυχή, καί τήν ὁποία ἀνάπαυση νιώθει ἡ ψυχή, ὅταν ἀκριβῶς θά προστρέξει στόν Χριστό, καθώς βαθιά μέσα της θά δεῖ τί σημαίνει νά εἶναι φορτωμένος κανείς μέ τήν ἁμαρτία. Μέ τήν ἁμαρτία αὐτή πού δέν ἀφήνει τόν ἄνθρωπο νά ἀγαπᾶ τόν Θεό, νά τρέχει στόν Θεό, νά ἐπιζητεῖ τόν Θεό, ἀλλά τόν κάνει νά σηκώνει δική του παντιέρα, δικό του φλάμπουρο. Αὐτή εἶναι ἡ ἁμαρτία.

Ἐκεῖνος λοιπόν πού θά δεῖ τήν ἁμαρτία μέσα του, ἐκεῖνος εἶναι ὁ κοπιῶν καί πεφορτισμένος. Γι᾿αὐτόν ἑπομένως ἔρχεται ἡ φωνή τοῦ Κυρίου: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς».

Καί νά μοῦ ἐπιτρέψετε ἐδῶ νά πῶ τό ἑξῆς: ἐάν μιά ψυχή δέν ἔχει ἀνάπαυση βαθιά μέσα της, ἐάν μιά ψυχή δέν εἶναι ἀναπαυμένη –μέ τήν ἔννοια νά τήν ἀναπαύει ὁ Θεός καί ὄχι ἁπλῶς νά εἶναι βολεμένη· ἄλλο εἶναι ἐκεῖνο– τότε, ὅσο κι ἄν φαίνεται ὅτι ἔχει ἀρετή–εἴτε ἡ ἴδια ἡ ψυχή νομίζει ἔτσι εἴτε φαίνεται στούς ἄλλους ὅτι ἔχει ἀρετή– δέν ἔχει τίποτε.

Ἔτυχε μάλιστα νά πῶ σέ μερικές ψυχές: «Καλά, τί συμβαίνει; Κανονικά ἔτσι ὅπως τά παίρνεις ἐσύ τά πράγματα, ἔτσι ὅπως ἐμφανίζεσαι καί διαφεντεύεις, καθώς παίρνεις μιά τέτοια στάση ὅτι εἶσαι ἐντάξει, ὅτι ἐνεργεῖς καλά, σωστά, καί ἁπλῶς ἄλλοι σέ δυσκολεύουν, ἐσύ ἔπρεπε νά ἔχεις ἀνάπαυση μέσα σου· ὅμως δέν βλέπω νά ἔχεις. Τί συμβαίνει;» Εἶναι βέβαια ἐνδεχόμενο κάποιος νά αἰσθάνεται ἀνάπαυση, καί αὐτό νά εἶναι ψευτοανάπαυση. Ὅταν, π.χ., εἶναι κανείς μικρόνους καί δέν καταλαβαίνει τίποτε, μοιάζει νά ἔχει ἀνάπαυση.

Πῶς νά ποῦμε; Ἄν ἔχουμε ἀνάπαυση Θεοῦ μέσα στήν ψυχή μας, αὐτό εἶναι ἕνα σημάδι πού μᾶς βοηθάει νά δοῦμε ἐάν εἴμαστε σέ καλή κατάσταση. Ἐάν δέν ἔχουμε, κάτι ἀκόμη δέν πάει καλά. Καί δέν θά βροῦμε ἄκρη, ἐάν δέν ταπεινωθοῦμε. Διότι δέν πρόκειται ἐμεῖς νά διορθώσουμε τόν ἑαυτό μας. Ὁ Κύριος θά μᾶς διορθώσει, περιμένει ὅμως νά ταπεινωθοῦμε, καί κυρίως νά δοῦμε τήν ἁμαρτία· τήν ἁμαρτία αὐτή πού ἐμποδίζει τόν ἐρχομό τῆς χάριτος. Καί ἡ ἁμαρτία αὐτή εἶναι ἡ ἀπιστία.

Θυμάστε τήν περίπτωση τῆς αἱμορροούσης. Μόλις ἄγγιξε τήν ἄκρη τῶν ἐνδυμάτων τοῦ Κυρίου, ἀμέσως θεραπεύτηκε. Ὁ Κύριος τότε ρώτησε ποιός τόν ἄγγιξε. Καί ὅταν ὁ Πέτρος εἶπε: «Οἱ ὄχλοι ἔχουν στριμωχτεῖ καί σέ πιέζουν, κι ἐσύ ρωτᾶς ποιός μέ ἄγγιξε;», ὁ Χριστός ἀπάντησε: «Κάποιος μέ ἀκούμπησε. Κατάλαβα ἐγώ ὅτι βγῆκε δύναμη ἀπό μέσα μου». Δέν τά ἤξερε αὐτά ὁ Κύριος; Τά ἤξερε, ἀλλά τά εἶπε, γιά νά βοηθήσει τούς γύρω του νά καταλάβουν τή δύναμη τῆς  πίστεως.

Ὅπως σ᾿αὐτή τήν περίπτωση ὁ Κύριος λέει ὅτι βγῆκε δύναμη ἀπό μέσα του, πού πῆγε στήν αἱμορροοῦσα καί τή θεράπευσε, ἀκριβῶς διότι ἡ γυναίκα αὐτή πῆγε στόν Κύριο μέ πολλή πίστη, ἔτσι σέ ἄλλη περίπτωση, ὅταν ἦταν στήν πατρίδα του, παρά τό ὅτι καί ἐκεῖ ὁ Χριστός ἦταν ὁ Χριστός, ἦταν ὁ Μεσσίας, ἦταν ὁ Θεός, ἐν τούτοις δέν μπόρεσε νά θεραπεύσει, νά κάνει σημεῖα, νά κάνει θαύματα. Καί αὐτό, ἕνεκα τῆς ἀπιστίας τῶν συμπατριωτῶν του.

Κι ἐσύ, ὁ ὅποιος χριστιανός, ἄν μέσα σου δέν καταλαβαίνεις τήν ἀσθένειά σου, τήν ἁμαρτία σου, τήν πληγή σου, ἄν δέν καταλαβαίνεις ὅτι ἐσύ εἶσαι τό πρόβλημα καί ὅτι αὐτό εἶναι μέσα σου καί ὄχι ἀπ᾿ἔξω, εἶσαι ἄπιστος, δέν ἔχεις πίστη, ἄς λές ὅτι ἔχεις, διότι ἡ πίστη δέν εἶναι κάτι ἐξωτερικό. Καί ἐνόσῳ εἶσαι σέ ἀπιστία, δέν εἶσαι δεκτικός τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἔρχεται καί ἀναπαύει. Ἀναπαύει ὄχι ἁπλῶς μέ τήν ἔννοια ὅτι ξεκουράζει, ἀλλά ὅτι θεραπεύει.